Ανοράκ στα ουκρανικά

Μετάφραση: ανοράκ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
анораки
Ανοράκ στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανοράκ

ανοράκ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ανοράκ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ανοιχτός στα ουκρανικά - відкритий, відкривати, відчинити, відкриття, відкритим, відкритих, відкритими, ...
  • ανοξείδωτος στα ουκρανικά - бездоганний, чесний, незаплямований, нержавіючий, нержавіючої, нержавеющий, неіржавіючий, ...
  • ανοσία στα ουκρανικά - вільний, звільнений, імунний, недоторканний, імунітет
  • ανοχή στα ουκρανικά - терпимість, толерантність, толерантность
Τυχαίες λέξεις
Ανοράκ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: анораки