Αποδεικνύω στα ουκρανικά

Μετάφραση: αποδεικνύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
продемонструвати, ствердьте, демонструйте, затверджувати, гордо, демонструвати, стверджувати, твердити, доводити, доказувати, доводитиме
Αποδεικνύω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδεικνύω

αποδεικνύω λεξικό, αποδεικνύω αρχικοι χρονοι, αναδεικνύω αγγλικα, αποδεικνύω αντωνυμα, αποδεικνύω αοριστος, αποδεικνύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αποδεικνύω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αποδίδω στα ουκρανικά - властивість, приписати, виступити, приписувати, атрибут, асигнувати, призначати, ...
  • αποδείξεις στα ουκρανικά - свідчення, очевидність, доказ, свідоцтво, посвідчення, свідоцтва
  • αποδεκατίζω στα ουκρανικά - косити, знищувати, нищити
  • αποδεκτός στα ουκρανικά - жаданий, прийнятний, приємний, припустимий, бажаний, допустимий, допустима, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποδεικνύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: продемонструвати, ствердьте, демонструйте, затверджувати, гордо, демонструвати, стверджувати, твердити, доводити, доказувати, доводитиме