Απτός στα ουκρανικά
Μετάφραση: απτός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
матеріальний, справжній, дійсний, відчутний, матеріальне, матеріал, матеріальну, матеріальна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απτός
απτός ορισμός, απτός συνώνυμο, απτός σημασια, απτός λεξικο, απτός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, απτός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- απρόσωπος στα ουκρανικά - неписаний, безособовий, ніякої, безособових, ніякий, безособового
- απτόητος στα ουκρανικά - несхитний, непохитний, стійкий, тривкий, міцний, безстрашний, Нєустрашимий, ...
- απωθητικός στα ουκρανικά - антипатія, огиду, огида, відраза, неприємний, неприємного, неприємна
- από στα ουκρανικά - аніж, зі, до, відтоді, чим, ніж, біля, ...
Τυχαίες λέξεις
Απτός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: матеріальний, справжній, дійсний, відчутний, матеріальне, матеріал, матеріальну, матеріальна
Μεταφράσεις: матеріальний, справжній, дійсний, відчутний, матеріальне, матеріал, матеріальну, матеріальна