Βασανισμός στα ουκρανικά
Μετάφραση: βασανισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мука, тортури, катування, катувати, жорстокість, Жестокость
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βασανισμός
βασανισμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βασανισμός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βασανίζω στα ουκρανικά - тортури, катування, катувати, засмутіть, мука, переслідувати, переслідуватиме, ...
- βασανιζόμενος στα ουκρανικά - засмучений, vasanizomenos
- βασανιστήριο στα ουκρανικά - расисти, тортури, катування, тортур, борошна
- βασικός στα ουκρανικά - основній, сировину, сировина, дужка, основний, основної, основною, ...
Τυχαίες λέξεις
Βασανισμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мука, тортури, катування, катувати, жорстокість, Жестокость
Μεταφράσεις: мука, тортури, катування, катувати, жорстокість, Жестокость