Βελανιδιά στα ουκρανικά
Μετάφραση: βελανιδιά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дуб, дубе
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελανιδιά
βελανιδιά φυλλοβόλο, βελανιδιά ανθοπωλείο, βελανιδιά του σικελιανού, βελανιδιά τυροπιτες, βελανιδιά αργολίδας, βελανιδιά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βελανιδιά στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βελάζω στα ουκρανικά - мекати, мукати, бекати, бекання, блеять
- βελανίδι στα ουκρανικά - жолуддя, жолудь, Желудь
- βελονισμός στα ουκρανικά - акупунктура, голковколювання, акупунктуру
- βελούδινος στα ουκρανικά - велюр, оксамит, бархат
Τυχαίες λέξεις
Βελανιδιά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: дуб, дубе
Μεταφράσεις: дуб, дубе