Βολή στα ουκρανικά

Μετάφραση: βολή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кидок, бракувати, метнути, закинути, змінювати, постріл
Βολή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βολή

βολή υπό γωνία, βολή σε κεκλιμένο επίπεδο, βολή s-300, βολή s-300 pmu-1, βολή στη φυσική, βολή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βολή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βοηθός στα ουκρανικά - допомагати, помічник, довідник, асистент, помагати, помощник, помічника
  • βοηθώ στα ουκρανικά - помагати, зарадити, допоможіть, допомагати, допомогти, допомога, Помогите
  • βολβός στα ουκρανικά - пузирчик, балон, бульбашка, опуклість, бульбашку, лампа, лампи
  • βολεύω στα ουκρανικά - костюм, прохання, клопотання, долати, переборювати, подолати, долатимуть
Τυχαίες λέξεις
Βολή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кидок, бракувати, метнути, закинути, змінювати, постріл