Βολικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: βολικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зручний, годитися, підхожий, придатний, затишний, комфортабельний, спокійний, веб, зручним
Βολικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βολικός

βολικός πάτρα, βολικός διονύσης, βολικός συνώνυμο, βολικός συνώνυμα, βολικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βολικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βολβός στα ουκρανικά - пузирчик, балон, бульбашка, опуклість, бульбашку, лампа, лампи
  • βολεύω στα ουκρανικά - костюм, прохання, клопотання, долати, переборювати, подолати, долатимуть
  • βομβαρδίζω στα ουκρανικά - бомбардуйте, бомбардувати, бомбити, бомбардуватимуть, бомбардуватиме
  • βομβαρδισμός στα ουκρανικά - бомбардування
Τυχαίες λέξεις
Βολικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зручний, годитися, підхожий, придатний, затишний, комфортабельний, спокійний, веб, зручним