Βότανο στα ουκρανικά

Μετάφραση: βότανο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
трава
Βότανο στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βότανο

βότανο για το συκώτι, βότανο forskolin, βότανο αρτεμισία, βότανο τριβόλι, βότανο st john’s wort, βότανο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βότανο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βόρειος στα ουκρανικά - північний, Північна, Северная
  • βόσκω στα ουκρανικά - паростки, зідрати, подряпина, пасти, Перегляд, Проглянути, Подивитись, ...
  • βότσαλο στα ουκρανικά - крити, дранка, вивіска, ґонт, галька
  • βύθισμα στα ουκρανικά - нитка, шашка, розтягання, відбір, упряж, нитку, проект, ...
Τυχαίες λέξεις
Βότανο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: трава