Γέφυρα στα ουκρανικά

Μετάφραση: γέφυρα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перекривати, перенісся, перемичка, підлога, міст, мост
Γέφυρα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γέφυρα

γέφυρα ρίου - αντιρρίου, γέφυρα ρίου, γέφυρα ανόρθωσης, γέφυρα χαρίλαος τρικούπης, γέφυρα κόμμα, γέφυρα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γέφυρα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • γέρνω στα ουκρανικά - спрямувати, навертати, рілля, згинатися, схил, гнутися, згин, ...
  • γέρος στα ουκρανικά - стародавній, давній, старий, старе, Параметри теми Старий, View Blog Старий, стара
  • γήινος στα ουκρανικά - земний, суєтний, земної, земній, земного, земну
  • γήρανση στα ουκρανικά - окислювання, старіння, дозрівання, окислення
Τυχαίες λέξεις
Γέφυρα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: перекривати, перенісся, перемичка, підлога, міст, мост