Γκρινιάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: γκρινιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гарчати, похмурий, поскаржитися, затиск, скарження, гарчання, ричання, рикання, ричаніе
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκρινιάζω
γκρινιάζω στα αγγλικα, γιατί γκρινιάζω, γκρινιάζω συνώνυμα, γκρινιάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γκρινιάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γκρεμίζομαι στα ουκρανικά - валитись, опускатись, валитися, падати, валити, кришитися, кришиться, ...
- γκρεμός στα ουκρανικά - дорогий, бескид, стрімчак, скеля, дорогоцінний, цінний, круча, ...
- γκρινιάρης στα ουκρανικά - сердитий, гарчати, буркотун, Ворчун, Буркун, від Ворчун
- γκόμενα στα ουκρανικά - простаки, курча, ципля, Чик
Τυχαίες λέξεις
Γκρινιάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: гарчати, похмурий, поскаржитися, затиск, скарження, гарчання, ричання, рикання, ричаніе
Μεταφράσεις: гарчати, похмурий, поскаржитися, затиск, скарження, гарчання, ричання, рикання, ричаніе