Δασκάλα στα ουκρανικά

Μετάφραση: δασκάλα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
викладач, вчителька, вихователь, вчитель, учитель
Δασκάλα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δασκάλα

δασκάλα αγγλικών, δασκάλα δασκάλα ποιοσ σε φίλησε, δασκάλαβμ, δασκαλαβμ2, δασκάλα βμ3, δασκάλα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δασκάλα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • δαπάνη στα ουκρανικά - собівартість, споживання, видаток, ціна, трата, вартість, коштувати, ...
  • δαπανηρός στα ουκρανικά - любий, цінний, любій, коштовний, любої, любою, дорогий, ...
  • δασμοί στα ουκρανικά - вартування, наряд, режим, потужність, ушанування, обов'язки, обов'язку, ...
  • δασμολόγιο στα ουκρανικά - тариф, розцінка, тарифний, тарифу
Τυχαίες λέξεις
Δασκάλα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: викладач, вчителька, вихователь, вчитель, учитель