Διακανονισμός στα ουκρανικά
Μετάφραση: διακανονισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
готування, угода, переробка, план, організовувати, селище, селища, містечко, село, поселок
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακανονισμός
διακανονισμός τσμεδε 2014, διακανονισμός ευδαπ, διακανονισμός εφορία, διακανονισμός οαεε, διακανονισμός δεη, διακανονισμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διακανονισμός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διαιτητεύω στα ουκρανικά - арбітраж, арбітражу
- διαιτολόγιο στα ουκρανικά - стіл, дієта, харчуватися, харчуватись, харчування
- διακεκριμένος στα ουκρανικά - випуклість, відомий
- διακηρύσσω στα ουκρανικά - визнавати, сповідати, зізнається, признатися, зізнатися, полум'я, вогонь, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακανονισμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: готування, угода, переробка, план, організовувати, селище, селища, містечко, село, поселок
Μεταφράσεις: готування, угода, переробка, план, організовувати, селище, селища, містечко, село, поселок