Διακεκριμένος στα ουκρανικά
Μετάφραση: διακεκριμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
випуклість, відомий
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακεκριμένος
διακεκριμένος αγγλικά, διακεκριμένος λεξικο, διακεκριμένος επιστήμονας εξωτερικού, διακεκριμένος επιστήμονας, διακεκριμένος σημασία, διακεκριμένος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διακεκριμένος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διαιτολόγιο στα ουκρανικά - стіл, дієта, харчуватися, харчуватись, харчування
- διακανονισμός στα ουκρανικά - готування, угода, переробка, план, організовувати, селище, селища, ...
- διακηρύσσω στα ουκρανικά - визнавати, сповідати, зізнається, признатися, зізнатися, полум'я, вогонь, ...
- διακλάδωση στα ουκρανικά - рамі, філія, філіал, філію, филиал, філії
Τυχαίες λέξεις
Διακεκριμένος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: випуклість, відомий
Μεταφράσεις: випуклість, відомий