Δυσπιστία στα ουκρανικά

Μετάφραση: δυσπιστία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сумнівайтеся, недовіра, сумнів, підозрювати, господині, недовіру, недовір'я
Δυσπιστία στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσπιστία

δυσπιστία συνώνυμα, δυσπιστία συνώνυμο, δυσπιστία αγγλικά, δυσπιστία english, δυσπιστία ορισμός, δυσπιστία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δυσπιστία στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • δυσνόητος στα ουκρανικά - хмурий, похмурий, відлюдний, неясний, захований, примирення, невиразний, ...
  • δυσοίωνος στα ουκρανικά - зловісний, несприятливий, несприятлива
  • δυστυχής στα ουκρανικά - невдалий, бідолаха, нещасний, нещасна, нещасливий
  • δυστυχία στα ουκρανικά - скнари, нещастя, нещасті, лихо
Τυχαίες λέξεις
Δυσπιστία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сумнівайтеся, недовіра, сумнів, підозрювати, господині, недовіру, недовір'я