Ειδικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: ειδικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спеціаліст, експертний, фахівець, експерт
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ειδικός
ειδικός λογαριασμός πανεπιστημίου κρήτης, ειδικός εκλογικός αριθμός, ειδικός φόρος ακινήτων (ε.φ.α.) νομικών προσώπων, ειδικός φόρος ακινήτων 2014, ειδικός εκλογικός αριθμός (e.e.a.), ειδικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ειδικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ειδεχθής στα ουκρανικά - жахливий, огидний, найогидніший, огидне
- ειδικά στα ουκρανικά - докладно, зокрема, надзвичайно, особливо, дуже-дуже, дуже, особисто
- ειδοποιώ στα ουκρανικά - оголошувати, сповіщати, сповістити, сповістіть, повідомити, Сообщить, повідомте
- ειδυλλιακός στα ουκρανικά - ідилічний, ідилічне, ідилічною
Τυχαίες λέξεις
Ειδικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: спеціаліст, експертний, фахівець, експерт
Μεταφράσεις: спеціаліст, експертний, фахівець, експерт