Ελικοειδής στα ουκρανικά

Μετάφραση: ελικοειδής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спіраль, виток, гвинтовий, гвинтової, гвинтових, гвинтовою, гвинтовій
Ελικοειδής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελικοειδής

ελικοειδής κίνηση, ελικοειδής κεραία, ελικοειδής αξονική τομογραφία, ελικοειδής σκάλα, ελικοειδής κολίτιδα, ελικοειδής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ελικοειδής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ελιά στα ουκρανικά - маслина, оливковий, маслиновий, оливково
  • ελιγμός στα ουκρανικά - нежіночна, маневр
  • ελικόπτερο στα ουκρανικά - гелікоптер, колун, вертоліт, косар, ніж, січка, гвинтокрил
  • ελκυστικός στα ουκρανικά - принадний, притягальний, принадливий, привабливий, найпривабливіший, привабливого, привабливіший
Τυχαίες λέξεις
Ελικοειδής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: спіраль, виток, гвинтовий, гвинтової, гвинтових, гвинтовою, гвинтовій