Ενθουσιασμός στα ουκρανικά

Μετάφραση: ενθουσιασμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
захопленість, захват, ентузіазм, несамовитість, інтерес
Ενθουσιασμός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενθουσιασμός

ενθουσιασμός ορισμός, ενθουσιασμός τι σημαινει, ενθουσιασμός συνώνυμα, ενθουσιασμός traduzione, ενθουσιασμός ετυμολογία, ενθουσιασμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ενθουσιασμός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ενθαρρύνω στα ουκρανικά - заохотити, підбадьорити, заохотьте, заохочувати, заохочуватимуть, заохочуватиме, сприяти, ...
  • ενθουσιασμένος στα ουκρανικά - захоплений, енергії, збуджений, порушених
  • ενθουσιώδης στα ουκρανικά - гарячий, тріумфування, плідний, палкий, багатий, рясний, жар, ...
  • ενθύμιο στα ουκρανικά - мембранний, сувенір, сувенир
Τυχαίες λέξεις
Ενθουσιασμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: захопленість, захват, ентузіазм, несамовитість, інтерес