Επίκαιρος στα ουκρανικά
Μετάφραση: επίκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сприятливий, актуальний, актуальне, життєвий, життєвого, життєвої
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίκαιρος
επίκαιρος translation, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιρος συνώνυμα, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επίκαιρος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επίθεση στα ουκρανικά - наступ, образливий, цькувати, штурм, наступальний, нападати, напад, ...
- επίθετο στα ουκρανικά - прізвище, прикметник, прізвисько, прилагательное, іменник
- επίκληση στα ουκρανικά - запрошення, виклик, дзвінок
- επίκριση στα ουκρανικά - зауваження, критика, критики, оцінка
Τυχαίες λέξεις
Επίκαιρος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сприятливий, актуальний, актуальне, життєвий, життєвого, життєвої
Μεταφράσεις: сприятливий, актуальний, актуальне, життєвий, життєвого, життєвої