Επαγρύπνηση στα ουκρανικά
Μετάφραση: επαγρύπνηση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пильність, пильності
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαγρύπνηση
επαγρύπνηση λεξικο, αντιληπτική επαγρύπνηση, επαγρύπνηση ορισμος, επαγρύπνηση σημασια, επαγρύπνηση ακελ, επαγρύπνηση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επαγρύπνηση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επαγγελματίας στα ουκρανικά - заява, право, фах, віросповідання, спеціальність, професійний, професійне, ...
- επαγγελματικός στα ουκρανικά - професійний, заява, віросповідання, право, спеціальність, фах, професійне, ...
- επαγωγή στα ουκρανικά - оселяти, утягувати, вводити, виведений, уводити, садовити, індукція
- επαινετός στα ουκρανικά - похвала, похвальний, схвальний
Τυχαίες λέξεις
Επαγρύπνηση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пильність, пильності
Μεταφράσεις: пильність, пильності