Επισφαλής στα ουκρανικά
Μετάφραση: επισφαλής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
невпевнено, хибкий, непевно, тріснутий, ненадійний, тремтячий, небезпечний
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισφαλής
επισφαλεις απαιτήσεις, επισφαλής πελάτες, επισφαλής βικιπαιδεια, επισφαλής εργασία γυναικεία εργασία, επισφαλής ερμηνεία, επισφαλής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επισφαλής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επιστύλιο στα ουκρανικά - архітрав
- επισυνάπτω στα ουκρανικά - придавати, приєднувати, додавати, додати, приєднайте, привішувати, тулити, ...
- επισύρω στα ουκρανικά - притягувати, приваблювати, відпускати, тягнути, рикошет, звернути, спокушати, ...
- επιτήδειος στα ουκρανικά - досвідчений, удатний, тямущий, ловкий, майстерний, умілий, вправний, ...
Τυχαίες λέξεις
Επισφαλής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: невпевнено, хибкий, непевно, тріснутий, ненадійний, тремтячий, небезпечний
Μεταφράσεις: невпевнено, хибкий, непевно, тріснутий, ненадійний, тремтячий, небезпечний