Επιχειρηματικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: επιχειρηματικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заповзятливий, підприємливий, заповзятлива, спритний
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιχειρηματικός
επιχειρηματικός χάρτης της ελλάδας, επιχειρηματικός σχεδιασμός και πληροφοριακά συστήματα, επιχειρηματικός σχεδιασμός, επιχειρηματικός κίνδυνος, επιχειρηματικός οδηγός, επιχειρηματικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιχειρηματικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επιχείρηση στα ουκρανικά - фірма, діяння, займання, право, справа, управління, гендель, ...
- επιχειρηματίας στα ουκρανικά - антрепренер, підприємець, бізнесмен, бізнесмена
- επιχειρηματολογώ στα ουκρανικά - аргументуйте, переконувати, аргументувати, Я
- επιχειρώ στα ουκρανικά - отвори, спроба, спробу, намагання
Τυχαίες λέξεις
Επιχειρηματικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: заповзятливий, підприємливий, заповзятлива, спритний
Μεταφράσεις: заповзятливий, підприємливий, заповзятлива, спритний