Ευμετάβλητος στα ουκρανικά

Μετάφραση: ευμετάβλητος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хитливий, мінливий, непостійний, зрадливий
Ευμετάβλητος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευμετάβλητος

ευμετάβλητος/η, ευμετάβλητος λεξικο, ευμετάβλητος αγγλικα, ευμετάβλητος σημασια, ευμετάβλητοσ συνώνυμο, ευμετάβλητος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ευμετάβλητος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ευλύγιστος στα ουκρανικά - гнучкий, поступливий, піддатливість, зговірливість, еластичний, універсальний, гнучкість, ...
  • ευμενής στα ουκρανικά - благодійницький, слушний, зручний, добродійний, сприятливий, позитивний, зичливий, ...
  • ευμεταβλησία στα ουκρανικά - нестійкість, нестабільність, evmetavlisia
  • ευνουχισμός στα ουκρανικά - вихолощування, кастрація, кастрация, кастрацію
Τυχαίες λέξεις
Ευμετάβλητος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хитливий, мінливий, непостійний, зрадливий