Καθελκύω στα ουκρανικά

Μετάφραση: καθελκύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
запускається
Καθελκύω στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθελκύω

καθελκύω σημασια, καθελκύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καθελκύω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • καθαριστής στα ουκρανικά - чистильник, шкребок, прибиральник, очищувач, Очисник, очиститель
  • καθαρός στα ουκρανικά - повністю, прямовисно, чистити, прямовисний, явний, вимовляти, почистити, ...
  • καθεστώς στα ουκρανικά - царевбивство, царевбивця, режим, режиму
  • καθετήρας στα ουκρανικά - доказово, катетер
Τυχαίες λέξεις
Καθελκύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: запускається