Κατάκτηση στα ουκρανικά

Μετάφραση: κατάκτηση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
отой, підкорення, скорення, завоювання, той, здобуття
Κατάκτηση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάκτηση

κατάκτηση τησ μητρικήσ γλώσσασ, κατάκτηση 1453, κατάκτηση της ελλάδας από τους ρωμαίους, κατάκτηση της σελήνης, κατάκτηση της γλώσσας, κατάκτηση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατάκτηση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κατάθλιψη στα ουκρανικά - вакуум, поглиблення, зневіра, заглибину, депресія
  • κατάκαρδα στα ουκρανικά - глибокий, серцево, сердечно
  • κατάληξη στα ουκρανικά - закінчення, кінець, виходе, наслідок, вихід, результат, суфікс
  • κατάληψη στα ουκρανικά - окупація, фах, діяльність, професія, заволодіння, захоплення, захват
Τυχαίες λέξεις
Κατάκτηση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: отой, підкорення, скорення, завоювання, той, здобуття