Κούρεμα στα ουκρανικά

Μετάφραση: κούρεμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стрижка, зачіска
Κούρεμα στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κούρεμα

κούρεμα 2014, κούρεμα ομολόγων, κούρεμα χρέους, κούρεμα ανδρικό, κούρεμα σκύλων, κούρεμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κούρεμα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κούπα στα ουκρανικά - муфтій, гуртка, кружка, кухоль, гуртки
  • κούραση στα ουκρανικά - стомлювати, стомити, утома, стомитися, втома, втому, утому
  • κούρνια στα ουκρανικά - опертись, сідало, мерзни, сідати, віха, опертися, окунь
  • κούρσα στα ουκρανικά - вагонетка, кар, автомобіль, візків, візок, самодержець, вагон, ...
Τυχαίες λέξεις
Κούρεμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: стрижка, зачіска