Λεονταρισμός στα ουκρανικά
Μετάφραση: λεονταρισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шум, бурхливий, бушує, що бушує, вирує, що вирує
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεονταρισμός
λεονταρισμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λεονταρισμός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λεξιλόγιο στα ουκρανικά - словники, словник, словарь
- λεονταρισμοί στα ουκρανικά - бравада, бурхливий, бушує, що бушує, вирує, що вирує
- λεοπάρδαλη στα ουκρανικά - левовий, лев'ячий, левиний, леопард
- λεπίδα στα ουκρανικά - билина, пілка, перо, аркуш, пір'я, полотнищі, лезо, ...
Τυχαίες λέξεις
Λεονταρισμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шум, бурхливий, бушує, що бушує, вирує, що вирує
Μεταφράσεις: шум, бурхливий, бушує, що бушує, вирує, що вирує