Λογοκλοπή στα ουκρανικά
Μετάφραση: λογοκλοπή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
плагіатор, плагіат, плагиат
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λογοκλοπή
λογοκλοπή ορισμός, λογοκλοπή λογισμικό, λογοκλοπή εαπ, λογοκλοπή νομοθεσία, λογοκλοπή απθ, λογοκλοπή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λογοκλοπή στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λογιστική στα ουκρανικά - бухгалтерія, діловодство, бухгалтерський, облік, врахування, обліку
- λογιστικός στα ουκρανικά - облік, врахування, обліку
- λογοκλόπος στα ουκρανικά - плагіати, плагіатор
- λογοκρίνω στα ουκρανικά - надзиратель, цензор, наглядач, цензора
Τυχαίες λέξεις
Λογοκλοπή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: плагіатор, плагіат, плагиат
Μεταφράσεις: плагіатор, плагіат, плагиат