Μεταχειρίζομαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: μεταχειρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ставитися, опрацьовувати, лікувати, вістки, поводитися, сортувати, залицятися, лікуватимуть
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταχειρίζομαι
μεταχειρίζομαι συνώνυμα, μεταχειρίζομαι συνώνυμο, μεταχειρίζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μεταχειρίζομαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μεταφορικός στα ουκρανικά - метафоричний, метафоричне, метафорична, метафорично
- μεταχείριση στα ουκρανικά - обходження, поводження, обертання, догляд, звертання, обернення, оброблення, ...
- μετερίζι στα ουκρανικά - бастіон, оплот, укріплення, нестямний, бастіони
- μετεωρίτης στα ουκρανικά - метеоризм, повітря
Τυχαίες λέξεις
Μεταχειρίζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ставитися, опрацьовувати, лікувати, вістки, поводитися, сортувати, залицятися, лікуватимуть
Μεταφράσεις: ставитися, опрацьовувати, лікувати, вістки, поводитися, сортувати, залицятися, лікуватимуть