Μοιρογνωμόνιο στα ουκρανικά
Μετάφραση: μοιρογνωμόνιο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зволікання, транспортир
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιρογνωμόνιο
μοιρογνωμόνιο χρηση, μοιρογνωμόνιο μεταλλικο, μοιρογνωμόνιο εργαλειο, μοιρογνωμόνιο βικιπαιδεια, μοιρογνωμόνιο μετρηση, μοιρογνωμόνιο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μοιρογνωμόνιο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μοιραίος στα ουκρανικά - пророчий, згубний, смертельний, зловісний, неминучий, рокований, істотний, ...
- μοιρασμένος στα ουκρανικά - розділений, спільна, спільний, вітряні млини, Вітряки, Мильна
- μοιρολατρία στα ουκρανικά - фаталізм, фаталізму
- μοιρολατρικός στα ουκρανικά - фаталістичний, фаталістичним
Τυχαίες λέξεις
Μοιρογνωμόνιο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зволікання, транспортир
Μεταφράσεις: зволікання, транспортир