Μονάδα στα ουκρανικά

Μετάφραση: μονάδα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
секція, корабель, одиниця, з'єднування, клунок, блок, блоку
Μονάδα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μονάδα

μονάδα τεχνητού νεφρού, μονάδα σημασιολογικού ιστού, μονάδα 731, μονάδα αναπτυξιακής παιδιατρικής του νοσοκομείου παίδων «αγλαΐα κυριακού», μονάδα ανθρώπινης εργασίας, μονάδα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μονάδα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μολύνω στα ουκρανικά - псувати, оскверняти, піхотинець, заражати, розкладати, заразити, заражатиме
  • μομφή στα ουκρανικά - осуд, огуда, докір, закид
  • μονή στα ουκρανικά - абатство, монастир, аббатство, абатства
  • μοναδικός στα ουκρανικά - особливий, неповторний, своєрідний, кумедний, єдиний, унікальний, дивний, ...
Τυχαίες λέξεις
Μονάδα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: секція, корабель, одиниця, з'єднування, клунок, блок, блоку