Νίψιμο στα ουκρανικά
Μετάφραση: νίψιμο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вмитись, промивання, вмитися, мийка, миття, Мойка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νίψιμο
νίψιμο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, νίψιμο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- νέος στα ουκρανικά - незвичний, молодою, ви, ти, новітній, вас, свіжий, ...
- νήμα στα ουκρανικά - ділянку, берег, пасмо, ділянка, дільниця, нитка, нитку, ...
- ναι στα ουκρανικά - постійно, єреванський, да, та, і, так, й
- ναρκομανής στα ουκρανικά - наркоман, наркотик
Τυχαίες λέξεις
Νίψιμο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вмитись, промивання, вмитися, мийка, миття, Мойка
Μεταφράσεις: вмитись, промивання, вмитися, мийка, миття, Мойка