Ξεσηκώνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξεσηκώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
прокидатись, визивати, прокидатися

Πρόσθετες μεταφράσεις: ξεσηκώνω
розворушити, розбурхати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεσηκώνω
ξεσηκώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξεσηκώνω συνώνυμα, ξεσηκώνω συνώνυμο, ξεσηκώνω english, ξεσηκώνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
εκδικάζω στα ουκρανικά - ekdikazo, спроба, куштувати, пробувати, намагатися
ξερός στα ουκρανικά - сухий, сухої, сухою, сухій, сухого, ...
ξεσήκωμα στα ουκρανικά - повстання, нездоланно
ξεσκεπάζω στα ουκρανικά - розкривати, відкривати, розкривався, експонент, виставити, викривати, виставляти
ξεσπώ στα ουκρανικά - вибух, висаджувати, підірваний, висадити
Τυχαίες λέξεις
Τυχαίες λέξεις (ελληνικά/αγγλικά)
Ξεσηκώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: прокидатись, визивати, прокидатися, розворушити, розбурхати