Οικισμός στα ουκρανικά

Μετάφραση: οικισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
селище, селища, містечко, село, поселок
Οικισμός στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικισμός

οικισμός χοιροκοιτίας, οικισμός in english, οικισμός γέννησης στα αγγλικά, οικισμός ουζιέλ, οικισμός προ του 1923, οικισμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οικισμός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • οικειότητα στα ουκρανικά - фамільярність, обізнаність, близькі, близькість
  • οικιακός στα ουκρανικά - родина, господарство, національна, домашній, внутрішньодержавний, сім'я, семья
  • οικιστής στα ουκρανικά - поселенець, сепаратор, осілий, захожий, осілого, осілого при
  • οικιστικός στα ουκρανικά - мешканець, резидент, житловий, житлової, Жилой, житловою, житловій
Τυχαίες λέξεις
Οικισμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: селище, селища, містечко, село, поселок