Πίθηκος στα ουκρανικά
Μετάφραση: πίθηκος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мавпа, обезьяна, мавпи, мавп
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πίθηκος
πίθηκος wikipedia, πίθηκος κατοικίδιο, πίθηκος στο κινέζικο, πίθηκοσ 2013, πίθηκος ξουθ, πίθηκος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πίθηκος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πήζω στα ουκρανικά - ускладнюватися, згорнутись, грудка, дрантя, супитися, згортати, згущати, ...
- πίεση στα ουκρανικά - журналісти, тиск
- πίλος στα ουκρανικά - капот, капелюшок, бриль, капелюх, чепчик, шляпа, запах
- πίνακας στα ουκρανικά - ознака, підписати, долоня, грання, дошка, долоню, підписання, ...
Τυχαίες λέξεις
Πίθηκος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мавпа, обезьяна, мавпи, мавп
Μεταφράσεις: мавпа, обезьяна, мавпи, мавп