Παραγωγός στα ουκρανικά
Μετάφραση: παραγωγός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
похідний, похідна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγωγός
παράγωγος ζήτηση, παράγωγος ολοκληρώματος, παράγωγος γινομένου, παράγωγος ρίζας, παράγωγος τόξου εφαπτομένης, παραγωγός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παραγωγός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- παράγραφος στα ουκρανικά - абзац, стаття, розділ, параграф, пункт, пункту
- παράγω στα ουκρανικά - генеруйте, визивати, робити, породити, уколи, генерувати, виробляти потомство, ...
- παράγων στα ουκρανικά - агентський, фактор, повірений, чинник, засіб, агент, агент зі
- παράδειγμα στα ουκρανικά - взірець, зразок, частину, безпрецедентний, приклад, частина, урок, ...
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: похідний, похідна
Μεταφράσεις: похідний, похідна