Πιστοποιητικό στα ουκρανικά
Μετάφραση: πιστοποιητικό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
паспорт, вітальний, посвідка, рекомендація, свідоцтво, атестат, сертифікат
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιστοποιητικό
πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, πιστοποιητικό γεννήσεως, πιστοποιητικό ταυτοπροσωπίας, πιστοποιητικό υγείας, πιστοποιητικό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πιστοποιητικό στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πισινός στα ουκρανικά - жниварка, приклад
- πιστεύω στα ουκρανικά - іноді-так, по-моєму, повірити, думати, вірити
- πιστοποιώ στα ουκρανικά - стверджувати, затверджувати, свідчити, засвідчіть, підтверджувати, посвідчити, посвідчувати, ...
- πιστωτής στα ουκρανικά - кредитор
Τυχαίες λέξεις
Πιστοποιητικό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: паспорт, вітальний, посвідка, рекомендація, свідоцтво, атестат, сертифікат
Μεταφράσεις: паспорт, вітальний, посвідка, рекомендація, свідоцтво, атестат, сертифікат