Πυρετός στα ουκρανικά
Μετάφραση: πυρετός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
температура, лихоманка, гарячка, пропасниця, лихорадка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυρετός
πυρετός q, πυρετός που επιμένει, πυρετός εγκυμοσύνη, πυρετός και αυγό, πυρετός και σοκολάτα, πυρετός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πυρετός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πυρακτώνομαι στα ουκρανικά - жевріти, жар, сяяти, запал, отжигать, відпалювати, пом'якшіться, ...
- πυραμίδα στα ουκρανικά - піраміда, пирамида, піраміду
- πυρετώδης στα ουκρανικά - гарячковий, неспокійний, неспокійна, неспокійні, тривожний
- πυρηνικός στα ουκρανικά - неядерний, атомний, ядерний, ядерну, ядерного, ядерне
Τυχαίες λέξεις
Πυρετός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: температура, лихоманка, гарячка, пропасниця, лихорадка
Μεταφράσεις: температура, лихоманка, гарячка, пропасниця, лихорадка