Ρέλι στα ουκρανικά

Μετάφραση: ρέλι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лямівка, межа, кайма, кордон, кромка, покахикувати, край, облямівка, підрубити, дорога життя
Ρέλι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρέλι

το ρέλι, ρέλι τι είναι, λοξό ρέλι, ρέλι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ρέλι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ράτσα στα ουκρανικά - зростити, єнот, родовід, етимологія, порода, вирощувати, зрощувати, ...
  • ράφι στα ουκρανικά - мілина, полку, расисти, обмілина, шельф, мілину, полиця, ...
  • ρέψιμο στα ουκρανικά - вивергати, відрижка
  • ρέω στα ουκρανικά - текти, струмінь, потік, ріка, випромінювати, струм, течія, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρέλι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: лямівка, межа, кайма, кордон, кромка, покахикувати, край, облямівка, підрубити, дорога життя