Σάλι στα ουκρανικά

Μετάφραση: σάλι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шаль, шалик, хустку
Σάλι στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σάλι

σάλι σπέκτρα, σάλι ράιντ, σάλι αξλ, σάλι με βελόνες, σάλι μπερίσα, σάλι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σάλι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ρύπανση στα ουκρανικά - забруднення, забрудненню
  • ρώμη στα ουκρανικά - неприступність, чисельність, сила, твердість, Рим, рім, Риму, ...
  • σάλος στα ουκρανικά - гук, збентеження, розруха, сум'яття, хвилювання, гам, заворушення, ...
  • σάλπιγγα στα ουκρανικά - горн, ріг, ріжок, яйцепровід, сурма, буцати, труба
Τυχαίες λέξεις
Σάλι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шаль, шалик, хустку