Σαλιγκάρι στα ουκρανικά

Μετάφραση: σαλιγκάρι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
слимак, равлик, улитка, трубка
Σαλιγκάρι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαλιγκάρι

σαλιγκάρι βικιπαίδεια, σαλιγκάρι conus marmoreus, σαλιγκάρι στο νηπιαγωγείο, σαλιγκάρι ονειροκρίτης, σαλιγκάρι τραγούδι, σαλιγκάρι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σαλιγκάρι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • σαλιάζω στα ουκρανικά - слюні, слину, слюни, слинь, слина
  • σαλιαρίζω στα ουκρανικά - підлизуватися, слинити, слинь, работоргівець, нести, нестиме, нестимуть
  • σαλόνι στα ουκρανικά - луїдор, салон
  • σαματάς στα ουκρανικά - грюкіт, гуркіт, гомін, галас, шумиха
Τυχαίες λέξεις
Σαλιγκάρι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: слимак, равлик, улитка, трубка