Στραπατσάρισμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: στραπατσάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
виїмка, заглиблення, вм'ятина, ум'ятина, вмятина
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στραπατσάρισμα
στραπατσάρισμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, στραπατσάρισμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- στραγγαλίζω στα ουκρανικά - придушувати, душити, задушення, придушення, задушити, дросель, задихніться, ...
- στραμπουλίζω στα ουκρανικά - крутити, крутитися, рід, роде, плем'я, розтягнення, катастрофи, ...
- στρατάρχης στα ουκρανικά - зефір, поле, полі
- στρατήγημα στα ουκρανικά - хитрість, хитрощі
Τυχαίες λέξεις
Στραπατσάρισμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: виїмка, заглиблення, вм'ятина, ум'ятина, вмятина
Μεταφράσεις: виїмка, заглиблення, вм'ятина, ум'ятина, вмятина