Συμβολαιογράφος στα ουκρανικά
Μετάφραση: συμβολαιογράφος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нотаріус, нотаріальний, нотариус
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμβολαιογράφος
συμβολαιογράφος σαντορίνης, συμβολαιογράφος νέα ιωνία, συμβολαιογράφος σύμφωνο συμβίωσης, συμβολαιογράφος χαλάνδρι, συμβολαιογράφος στα αγγλικά, συμβολαιογράφος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συμβολαιογράφος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συμβιβαστικός στα ουκρανικά - примирливий, примирення, примирливу, компромісний
- συμβολή στα ουκρανικά - податок, співпрацю, пожертвування, пожертва, внесок, вклад
- συμβολικός στα ουκρανικά - символічний, символічного, символічне, символічну, символічна
- συμβουλή στα ουκρανικά - порада, рада, авізувати, пораду, повідомлення, раду, Порада, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμβολαιογράφος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: нотаріус, нотаріальний, нотариус
Μεταφράσεις: нотаріус, нотаріальний, нотариус