Συσκέπτομαι στα ουκρανικά

Μετάφραση: συσκέπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
присвоювати, радитись, надавати, радити, надати, комуна, муніципалітет, коммуна, комуну
Συσκέπτομαι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσκέπτομαι

συσκέπτομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συσκέπτομαι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συρροή στα ουκρανικά - множину, достаток, множина, купа, накопичування, безліч, надлишок, ...
  • συρτάρι στα ουκρανικά - кресляр, рисувальник, шухляда, малювальник, висувний ящик, ящик, висувна шухляда, ...
  • συσκευάζω στα ουκρανικά - короб, законсервувати, пака, купа, переповнити, загортати, завертати, ...
  • συσκευή στα ουκρανικά - пристосування, приймання, апарат, прилаштування, прилад, прибор, пристрій, ...
Τυχαίες λέξεις
Συσκέπτομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: присвоювати, радитись, надавати, радити, надати, комуна, муніципалітет, коммуна, комуну