Σφουγγαρίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: σφουγγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дискутується, швабра, швабри
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφουγγαρίζω
σφουγγαρίζω αγγλικα, σφουγγαρίζω στα αγγλικά, πως σφουγγαρίζω, σφουγγαρίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σφουγγαρίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σφοδρά στα ουκρανικά - шалений, жагучий, жагливий, inveighingly
- σφοδρός στα ουκρανικά - підігрітий, палкий, нагрітий, гарячий, шалений, несамовитий
- σφουγγαρίστρα στα ουκρανικά - дискутується, швабра, швабри
- σφράγισμα στα ουκρανικά - прокладка, пломба, вантаження, фарш, заповнення, наповнення
Τυχαίες λέξεις
Σφουγγαρίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: дискутується, швабра, швабри
Μεταφράσεις: дискутується, швабра, швабри