Σφυροκοπώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: σφυροκοπώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
збивати, молоток, карати, каратимуть, каратиме
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφυροκοπώ
σφυροκοπώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σφυροκοπώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σφυρίζω στα ουκρανικά - свист, шипіти, віст, зашипіти, посвист
- σφυρίχτρα στα ουκρανικά - віст, свисток
- σφύριγμα στα ουκρανικά - віст, свисток
- σχάρα στα ουκρανικά - електромережа, електромережу, расисти, ґрати, сітка, решітка, стійка, ...
Τυχαίες λέξεις
Σφυροκοπώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: збивати, молоток, карати, каратимуть, каратиме
Μεταφράσεις: збивати, молоток, карати, каратимуть, каратиме