Σωμάτιο στα ουκρανικά

Μετάφραση: σωμάτιο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тільці, корпускула, електрон, тільце, частка
Σωμάτιο στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωμάτιο

σωμάτιο pacini, σωμάτιο barr, ωχρό σωμάτιο, σωμάτιο higgs, πολικό σωμάτιο, σωμάτιο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σωμάτιο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • σωλήνωση στα ουκρανικά - піпетки, трубопровід, труби
  • σωληνοειδής στα ουκρανικά - трубчастий, трубний, трубчасто, трубчатий
  • σωματίδιο στα ουκρανικά - крупиця, префікс, частка, суфікс, стаття, частинка, часточка
  • σωματείο στα ουκρανικά - організовування, цех, профспілку, організування, корпорація, Всесвітній
Τυχαίες λέξεις
Σωμάτιο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тільці, корпускула, електрон, тільце, частка