Σύγχυση στα ουκρανικά

Μετάφραση: σύγχυση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зніяковіння, збентеження, замішання, безладдя, плутанина, сум'яття, здивування
Σύγχυση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύγχυση

σύγχυση συμπτώματα, σύγχυση ορισμός, σύγχυση ετυμολογία, σύγχυση ταυτότητας, σύγχυση σύγχυση, σύγχυση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σύγχυση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • σύγκρουση στα ουκρανικά - зіткнення, нащадок, протиріччя, суперечність, сутичка, конфлікт, конфлікту
  • σύγχρονος στα ουκρανικά - сучасний, арбітри, сучасна, сучасне
  • σύζυγος στα ουκρανικά - дружина, чоловік, жінка, подружжя, володіє, муж
  • σύκα στα ουκρανικά - стан, настрій, інжир, наряд, прикрашувати
Τυχαίες λέξεις
Σύγχυση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зніяковіння, збентеження, замішання, безладдя, плутанина, сум'яття, здивування