Τετριμμένος στα ουκρανικά
Μετάφραση: τετριμμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жування, банальний, банальне, банальна, банальну
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τετριμμένος
τετριμμένος λεξικο, τετριμμένος translate, τετριμμένος ετυμολογια, τετριμμένος συνώνυμο, τετριμμένος αγγλικα, τετριμμένος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τετριμμένος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τετραπλασιάζω στα ουκρανικά - чотириногий, четверний, четверной
- τετραπλός στα ουκρανικά - чотирикратний, чотирьох примірниках, чотири примірниках
- τεφροειδής στα ουκρανικά - ясеновий, ясеневий, попелястий, tefroeidis
- τεφρώδης στα ουκρανικά - блідий, попелястий, попелясте
Τυχαίες λέξεις
Τετριμμένος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: жування, банальний, банальне, банальна, банальну
Μεταφράσεις: жування, банальний, банальне, банальна, банальну