Τορπιλικό στα ουκρανικά
Μετάφραση: τορπιλικό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
есмінець, руйнівник, винищувач, торпеди
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τορπιλικό
τορπιλικό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τορπιλικό στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τορνευτής στα ουκρανικά - токар, гончар, гімнаст, Токарь
- τορπίλη στα ουκρανικά - руйнівник, торпеда, торпедо, торпеду
- τοσοδούλης στα ουκρανικά - Дюймовочка
- τοστ στα ουκρανικά - подію, подія, сушитися, установа, підсмажувати, тост
Τυχαίες λέξεις
Τορπιλικό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: есмінець, руйнівник, винищувач, торпеди
Μεταφράσεις: есмінець, руйнівник, винищувач, торпеди