Χρηματοδοτώ στα ουκρανικά

Μετάφραση: χρηματοδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фінансувати, профінансувати, фінанси
Χρηματοδοτώ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χρηματοδοτώ

χρηματοδοτώ συνώνυμα, χρηματοδοτώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, χρηματοδοτώ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • χρεοκοπημένος στα ουκρανικά - банкрут, банкрот
  • χρηματιστής στα ουκρανικά - брокер, біржовий, біржової, біржовій, біржового, біржовою
  • χρηματοδότηση στα ουκρανικά - фінансування, субсидія
  • χρηματοκιβώτιο στα ουκρανικά - надійний, сейф, безпечний, холодильник, обережний, сейфи, номерах
Τυχαίες λέξεις
Χρηματοδοτώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: фінансувати, профінансувати, фінанси